Αυξητική Μαστού: “Η ενδοσκοπική τεχνολογία στην αυξητική μαστού”

Η αυξητική μαστού είναι μια από τις συχνότερες επεμβάσεις στην Αισθητική Πλαστική Χειρουργική. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, η αναζήτηση εξίσου ικανοποιητικών αποτελεσμάτων στην Αυξητική Μαστού, με λιγότερο επεμβατικές μεθόδους που συνοδεύονται και από μικρότερες ουλές, οδήγησε στην εφαρμογή της Ενδοσκοπικής Τεχνολογίας και για την ένδειξη αυτή.

Κείμενο: Professor Dr. Med. Νικόλαος A. Παπαδόπουλος
Καθηγητής Πλαστικής Χειρουργικής,Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Μονάχου Γερμανίας «Klinikum rechts der Isar»
e-mail: [email protected]

 

Με την εφαρμογή των ενδοσκοπικών τεχνικών, οι οποίες απαιτούν μικρές τομές στη μασχαλιαία περιοχή, είναι δυνατή η λεπτομερής διεγχειρητική απεικόνιση του χειρουργικού πεδίου, καθώς, επίσης και η ακριβής προετοιμασία της ανατομικής περιοχής («θήκης») όπου θα τοποθετηθεί το ένθεμα, τηρώντας, παράλληλα, τους κανόνες της επιμελούς και διεξοδικής αιμόστασης. Με τη μέθοδο αυτή είναι κατ’ επέκταση δυνατή η επιτυχής παρασκευή της υπομαστικής πτυχής, χωρίς τραυματισμό του δέρματος και των υποδόριων ιστών, που αποτελεί, αν όχι το κρισιμότερο, ένα από τα πιο το κρίσιμα σημεία στην αισθητική αυξητική του μαστού, ιδιαίτερα κατά την γνώμη μας σε ασθενείς χαμηλού βάρους.

Ενδείξεις

Πριν από τον προγραμματισμό μιας επέμβασης, ύψιστο ρόλο παίζει η διεξοδική ενημέρωση της ασθενούς από τον χειρουργό, υπό μορφή συζήτησης, κατά την οποία είναι αναγκαία η επίτευξη δύο σημαντικών γεγονότων: αφενός η γνωστοποίηση στον χειρουργό της επιθυμίας της ασθενούς, σχετικά με το μετεγχειρητικό μέγεθος των μαστών, και αφετέρου η τοποθέτηση του τελευταίου, αν η επιθυμία της αυτή είναι ρεαλιστική, αν είναι η ιδανικότερη επιλογή, αν ταιριάζει στο σώμα της και αν, τέλος, είναι εφικτή.

Είναι σημαντικό να αναφερθεί, ότι πιθανές ασυμμετρίες στο σχήμα των μαστών και των συμπλεγμάτων θηλής-θηλέας άλω, μπορούν να διορθωθούν μόνο υπο όρους και διαφορές όγκου και ύψους των υπομάστιων πτυχών, μπορούν να εξισορροπηθούν έως έναν ορισμένο βαθμό. Γίνεται λοιπόν φανερή η σημαντικότητα της προεγχειρητικής «συνέντευξης», αφού ήδη από αυτό το χρονικό σημείο τίθενται οι σωστές βάσεις για μια επιτυχημένη έκβαση της επέμβασης. Η πλειοψηφία των ασθενών, που επιθυμούν μια αυξητική επέμβαση μαστού, είναι και κατάλληλες υποψήφιοι για μια διαμασχαλιαία ενδοσκοπική αυξητική επέμβαση, κατά την οποία τα ενθέματα τοποθετούνται κάτω από τους μείζονες θωρακικούς μυς.

Σημαντική προϋπόθεση, εντούτοις, για την επιτυχία μιας τέτοιας τοποθέτησης είναι μια προϋπάρχουσα, μικρού βαθμού, πτώση των μαστών (1ου έως 2ου βαθμού) με την συνύπαρξη σταθερού σώματος αδένα, καλλυμένου από δέρμα, χωρίς απώλεια ελαστικότητας . Μαστοί με εξεσημασμένη πτώση και με δέρμα που έχει χάσει την ελαστικότητά του, μπορούν να αυξηθούν μόνο μετά από ανόρθωσή τους, διορθώνοντας παράλληλα και το σύμπλεγμα θηλής-θηλέας άλω, χειρισμοί που είναι, όμως, δυνατόν να πραγματοποιηθούν μόνο με την συμβατική (ανοιχτή) μέθοδο .

Χειρουργικός προγραμματισμός

Ανάλογα με το μέγεθος του προϋπάρχοντος μαστικού αδένα, προσδιορίζεται η θέση τοποθέτησης του ενθέματος. Το ένθεμα μπορεί να τοποθετηθεί επάνω στον μείζονα θωρακικό μυ, μέσω μασχαλιαίας πρόσβασης, εφόσον καλύπτεται αυτός από ικανοποιητικού πάχους στρώμα δέρματος, μαλακών μορίων και μαστικού αδένα. Η χρησιμοποίηση του ενδοσκοπίου σε αυτή τη περίπτωση δεν είναι απαραίτητη. Η πλειοψηφία των ασθενών, εντούτοις, διαθέτει λεπτό στρώμα δέρματος και μαλακών μορίων, με ελλιπή ποσότητα υποδόριου λίπους και πολύ μικρό μαστικό αδένα. Αυτές οι ασθενείς είναι υποψήφιοι για μια διαμασχαλιαία ενδοσκοπική αυξητική μαστού, με τοποθέτηση του ενθέματος υπό του μείζονος θωρακικού μυός.

Χειρουργική Τεχνική

Η επέμβαση πραγματοποιείται, συνήθως, κάτω από ολική νάρκωση. Στην ασθενή σημειώνεται προεγχειρητικά η τομή, περίπου 3-4 εκατοστών, στη χαμηλότερη δερματική πτυχή της μασχάλης. Στη συνέχεια, σχεδιάζονται τα όρια της υπομάστιας πτυχής και αν είναι απαραίτητο, τυχόν μετατόπιση της. Επίσης, σημειώνονται υπάρχουσες ασυμμετρίες. Μετά, πραγματοποιείται η μικρή προσημειωμένη τομή στη μασχάλη και παρασκευάζεται το εξωτερικό άκρο του μείζονος θωρακικού μυός (ΜΘΜ). Ακολουθεί η ανασήκωσή του, συμβάλλοντας κατ’αυτόν τον τρόπο στον σχηματισμό μιας υπομυϊκής θήκης. Περαιτέρω αμβλεία παρασκευή της θήκης και αποκόλληση των ινών του ΜΘΜ από το θωρακικό τοίχωμα. Κατόπιν, υπό ενδοσκοπικό έλεγχο, εισάγοντας το ενδοσκόπιο και το ειδικό άγκιστρο στην προπαρασκευασμένη υπομυϊκή θήκη, ακολουθεί ο διαχωρισμός των ινών του ΜΘΜ από τις πλευρές, με τη βοήθεια της διαθερμίας. Η παρασκευή αυτή συνεχίζεται σε όλο το μήκος της εσωτερικής πλευράς του μυός, έως το ύψος της θηλέας-άλω και με αμβλύ τρόπο έως την προγραμματισμένη υπομάστια πτυχή.

Η θήκη που σχηματίστηκε εξετάζεται πάλι ενδοσκοπικά για να αποκλειστεί τυχόν αιμορραγία από μικρά αγγεία και σε αυτήν την περίπτωση ακολουθείται επιμελής αιμόσταση. Τα δείγματα ενθεμάτων κατάλληλου μεγέθους τοποθετούνται αμφοτερόπλευρα, μέσα στις προ παρασκευασμένες θήκες. Κατόπιν, ελέγχεται με διαδοχικές μετακινήσεις των ενθεμάτων το μέγεθος και η συμμετρία των δυο θηκών των ενθεμάτων και η σωστή θέση της υπομάστιας πτυχής στην ασθενή (που πλέον έχει τεθεί σε σχεδόν καθιστική θέση), όπως, επίσης και κατ’ ανάγκην η διόρθωσή τους. Σε αυτό το χρονικό σημείο καθορίζεται/αποφασίζεται, πλέον, το τελικό μέγεθος και σχήμα των ενθεμάτων και τα μόνιμα ενθέματα τοποθετούνται και στις δύο πλευρές. Στο Νοσοκομείο μας χρησιμοποιούνται, σχεδόν αποκλειστικά, ενθέματα σιλικόνης μη λείας επιφάνειας, σε διαφορετικές μορφές (στρογγυλά και ανατομικά). Ο χειρουργός εξετάζει και πάλι τη σωστή θέση των ενθεμάτων και των αντίστοιχων θηκών. Η θέση των ενθεμάτων και τυχόν απαραίτητες διορ θώσεις της υπομάστιας πτυχής, μπορούν ακόμα να λάβουν χώρα. Παροχετεύσεις δεν είναι απαραίτητες, δεδομένου ότι μπορεί να επιτευχθεί μια πολύ καλή διεγχειρητική αιμόσταση. Κατόπιν, ακολουθεί η συρραφή του τραύματος και, μετά από νέα ασηψία του χειρουργικού πεδίου, η επέμβαση ολοκληρώνεται με την τοποθέτηση ενός επιδέσμου στο τραύμα.

Τέλος, τοποθετείται ένας ειδικός στηθόδεσμος με ενσωματωμένη ζώνη για τις πλευρές,
ο οποίος έχει προσαρμοσθεί κατάλληλα στο σώμα της ασθενούς με προεγχειρητικές μετρήσεις.

 

Μετεγχειρητική αγωγή

Οι ασθενείς μπορούν να πάρουν εξιτήριο από το Νοσοκομείο, κατά κανόνα, μια ημέρα μετά την επέμβαση. Τα αναλγητικά από του στόματος χορηγούνται μόνο σε περίπτωση ανάγκης και αν η ασθενής έχει πόνο. Ο αυτοκόλλητος επίδεσμος αντικαθίσταται από νέο μετά από 2 ημέρες και μπορεί να παραμείνει έως την αφαίρεση των ραμμάτων την 14η μετεγχειρητική ημέρα. Ο ειδικός στηθόδεσμος πρέπει να φέρεται με συνέπεια και αδιάλειπτα για τις επόμενες 6 εβδομάδες, προκειμένου να αποφευχθεί μετατόπιση των ενθεμάτων προς τα επάνω. Η άθληση πρέπει να αποφεύγεται επίσης για αυτό το χρονικό διάστημα. Επανεξέταση συστήνεται στην ασθενή 3-4 εβδομάδες μετά την αφαίρεση των ραμμάτων, όπως επίσης και τον 3ο, 6ο και 12ο μετεγχειρητικό μήνα. Η ηλιοθεραπεία επιτρέπεται, εντούτοις οι ουλές θα πρέπει να καλύπτονται τον πρώτο χρόνο λόγω του κινδύνου της χρώσης.

Κίνδυνοι και επιπλοκές

Όπως συμβαίνει με όλες τις χειρουργικές επεμβάσεις, είναι υπαρκτός ένας κίνδυνος μετεγχειρητικών επιπλοκών, κυρίως αιμορραγίας και μολύνσεως του τραύματος. Αυτές οι επιπλοκές μπορούν να ελαχιστοποιηθούν με διεγχειρητική παροχή ενδοφλέβιας αντιβίωσης και ενδοσκοπικά ελεγχόμενη αιμόσταση, πριν την εισαγωγή των ενθεμάτων. Μετατοπίσεις ενθεμάτων μπορούν να αποφευχθούν, εφόσον γίνει λεπτομερής παρασκευή της θήκης του ενθέματος (όχι μεγαλύτερης του απαραίτητου) και συνεπής χρησιμοποίηση του ειδικού στηθόδεσμου.

– Υπερτροφικές ουλές, ρίκνωση των ουλών και παρατεταμένη ερυθρότητα του δέρματος, έχουν παρατηρηθεί σπάνια και μπορούν να αντιμετωπισθούν με έγκαιρη τοπική θεραπεία των ουλών.

– Προσωρινή μείωση της αισθητικότητας του δέρματος και, γενικότερα, της αίσθησης των μαστών, ομαλοποιούνται χωρίς ιδιαίτερη θεραπευτική παρέμβαση, το αργότερο μετά από 8-10 εβδομάδες.

– Ο κίνδυνος δημιουργίας υπερτροφικής αντιδραστικής κάψας σύρω από τα ενθέματα ανέρχεται, πλέον, σε λι- γότερο από 5%.

– Ο θηλασμός, κατά κανόνα, δεν επηρεάζεται, εντούτοις, σε περίπτωση που η πρόσβαση επιλογής είναι η θηλέα άλω, τότε θα μπορούσε να επηρεασθεί. Μέχρι σήμερα δεν έχει βρεθεί καμία αυξανόμενη περιεκτικότητα σιλικόνης στο γάλα.

Συμπερασματικά,

η ενδοσκοπική αυξητική μαστού αποτελεί, στην περίπτωση ασθενών με τις κατάλληλες ενδείξεις, την προσέγγισή πρώτης επιλογής μας. Εκτός από τις μικρές και μη δια- κριτές ουλές στην μασχαλιαία κοιλότητα, άλλο πλεονέκτημα της μεθόδου αποτελεί η λεπτομερής απεικόνιση της χειρουργικής περιοχής διεγχειρητικά, με άμεσο αποτέλεσμα την προσεκτική παρασκευή των μαλακών μορίων και την αιμόστασή τους, με ελάχιστη απώλεια αίματος. Το σχήμα, το μέγεθος και η θέση του ενθέματος μπορούν να επιλεγούν με μεγάλη επιτυχία. Οι σημαντικές ανατομικές δομές, όπως τα νεύρα και τα διατιτραίνοντα αγγεία, μπορούν να διατηρηθούν ανέπαφα. Η υπομάστια πτυχή, κατεξοχήν σημαντική για το συνολικό αισθητικό αποτέλεσμα της επέμβασης, μπορεί να εντοπισθεί και να μετατοπισθεί ελεγχόμενα, εάν αυτό κριθεί απαραίτητο. Ο μαστός δεν εξασθενεί σαν μονάδα, αφού δε φέρει καμία ουλή. Η ενδοσκοπική αύξητική είναι, σίγουρα, μια κομψή επέμβαση στο χώρο της Αισθητικής Χειρουργικής, όπως άλλωστε και οι άλλες γνωστές ενδοσκοπικές επεμβάσεις στη Πλαστική Χειρουργική.

 

Η πλειοψηφία των ασθενών, που επιθυμούν μια αυξητική επέμβαση μαστού, είναι και υποψήφιες για μια διαμασχαλιαία ενδοσκοπική αυξητική επέμβαση

Η ενδοσκοπική αύξητική είναι, σίγουρα, μια κομψή επέμβαση στο χώρο της Αισθητικής Χειρουργικής

Disclaimer: Οι πληροφορίες έχουν καθαρά ενημερωτικό χαρακτήρα. Σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να αντικαταστήσουν τις πληροφορίες και τις συμβουλές ενός ειδικού ή ενός αρμόδιου επαγγελματία υγείας.